Με αποκλειστική συνέντευξη του στην Καθημερινή , ο διευθυντής του εργαστηρίου ανθρωπολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Νικόλαος Ξυροτύρης ισχυρίζεται πως το οστούν που αποδόθηκε πρόσφατα στον Φίλιππο Β ‘ δεν προέρχεται από τη Βεργίνα, αλλά από άλλη ανασκαφή.
Νέα τροπή, άκρως αποκαλυπτική, με διαστάσεις που άπτονται Ενόρκως Διοικητικής Εξέτασης παίρνει η πρόσφατη διαμάχη γύρω από το σκελετικό υλικό των Αιγών. Το συνοστεωμένο μηριαίο με κνήμη, το οποίο με πρόσφατη μελέτη αποδίδεται στον Φίλιππο Β’, όχι μόνο δεν προέρχεται από τον τάφο Ι της Βεργίνας αλλά από ανασκαφή άλλης αρχαιολογικής θέσης της χώρας . Την αποκάλυψη έκανε ο πρώην διευθυντής του εργαστηρίου ανθρωπολογίας του Δημοκρίτειου πανεπιστημίου κ. Νικόλαος Ξηροτύρης, όταν με έκπληξη διαπίστωσε τη δημοσίευση οστεολογικού υλικού για το οποίο, όπως λέει, του έχουν παραχωρηθεί τα δικαιώματα πρώτης δημοσίευσης από τον αείμνηστο καθηγητή Μ. Ανδρόνικο. Δηλώνει μάλιστα ότι θα ζητήσει την απόσυρση της μελέτης από το αμερικανικό περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences (PNAS), θα καταρρίψει με επιστημονικά επιχειρήματα τα συμπεράσματα της πρόσφατης μελέτης με δημοσίευμα στο ίδιο περιοδικό, ενώ παράλληλα θα προσφύγει στη δικαιοσύνη για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας. Ήδη απηύθυνε σχετική επιστολή στον νυν πρύτανη του ΔΠΘ για τις απαράδεκτα ηθικά και νομικά ενέργειες . Κατηγορεί τον νυν διευθυντή του εργαστηρίου κ. Αντώνιο Μπαρτσιώκα που διενήργησε τη μελέτη για ενέργεια άκρως αντιακαδημαϊκή, ποινικώς κολάσιμη καθώς όχι μόνο καταπατώντας την στοιχειώδη ακαδημαϊκή ηθική, αλλά επιδεικνύοντας ασύγγνωστη ελαφρότητα («για να το διατυπώσω με ακαδημαϊκή ευγένεια») εβάπτισε άσχετο οστούν ως προερχόμενον από τον τάφο I της Βεργίνας .
Πώς όμως εμπλέκεται o καθηγητής κ. Ξηροτύρης και πώς αντικρούει την πρόσφατη μελέτη των παλαιοανθρωπολόγων Α. Μπαρτσιώκα και Juan Luis Arsuaga που διατυπώνουν την άποψη ότι τα κατάλοιπα ανδρικού σκελετού που βρέθηκαν στον τάφο I ταυτίζονται με τον Φίλιππο Β’; «Λίγα χρόνια μετά την αποκάλυψη της ταφικής βασιλικής συστάδας, ο καθηγητής M. Ανδρόνικος μου ανέθεσε τη μελέτη των οστών των τριών βασιλικών τάφων της Βεργίνας», εξηγεί. Οι δύο τάφοι περιείχαν οστά καύσεων τα οποία μελετήθηκαν και δημοσιεύθηκαν, ενώ ο τρίτος συλημένος (τάφος I), περιελάμβανε μεμονωμένα άκαυστα οστά τα οποία προφανώς αποτελούσαν δευτερογενείς και άσχετες προς το σύμπλεγμα των βασιλικών τάφων ταφές.
Τα οστά του τάφου I μεταφέρθηκαν προς μελέτη αρχικά στο εργαστήριο ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και κατόπιν στο εργαστήριο ανθρωπολογίας του Δημοκρίτειου πανεπιστημίου, το οποίο ίδρυσε το 1993 και διετέλεσε διευθυντής του μέχρι τον Αύγουστο 2011. «Λόγω της ασημαντότητας, επιστημονικά (επιφανειακά ευρήματα, διαταραγμένη στρωματογραφία, απουσία συσχέτισης προς οτιδήποτε) επέστρεψα το υλικό (μερικές κνήμες και δύο ή τρία μηριαία) στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, παραδίδοντας τα στον τότε συντηρητή κ. Μαθιό. Κράτησα μόνο το παιδικό κρανία, το onojo μελέτησα, χάριν παιδιάς, με τον καθηγητή Ε. Vleek, παρουσία του καθηγητή J. Musgrave».
Το κιβώτιο στο εργαστήριο του ΔΠΘ όπου, όπως ανέφερε ο κ. Μπαρτσιώκας, βρήκε το σκελετικό υλικό του τάφου Ι, περιείχε μόνο το παιδικό κρανίο. Βάσει αυτού, ο κ. Ξηροτύρης υποστηρίζει ότι το μηριαίο με κνήμη προέρχεται από ανθρωπολογικό υλικό άλλης ανασκαφής της χώρας που έχει συγκεντρωθεί στο εργαστήριο από διάφορες αρχαιολογικές θέσεις της χώρας (Κρήτη, Ήπειρο, Χαλκιδική κ.ά.). Αναφέρει κατηγορηματικά ότι αντίστοιχο συνοστεωμένο οστούν δεν υπήρχε στο υλικό που του παρέδωσε ο Μ. Ανδρόνικος για μελέτη. «Αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς ανατρέχοντας στα ημερολόγια της ανασκαφής και, βεβαίως, αντίκειται στην κοινή λογική να έχω προς μελέτη οστά τα οποία θα αποδείκνυαν χωλότητα και επί 40 χρόνια να τα αγνοώ επιδεικτικά! Εάν ο M. Ανδρόνικος είχε δει ένα τέτοιο οστούν, προφανώς θα είχαμε άλλες ερμηνείες, άλλες θεωρίες». Στην καταγγελία του ο κ. Ξηροτύρης επικεντρώνεται και στην ουσία της επιστημονικής ανάλυσης και ως διδάκτωρ Ιατρικής αναφέρει ότι στα χρόνια του Φιλίππου η στρατιωτική τραυματολογία ήταν σχετικό ανεπτυγμένη και ειδικότερα ένας βασιλιάς θα τύχαινε ιδιαίτερης ιατρικής φροντίδας. Το εν λόγω οστούν όμως, όπως δείχνει το εικονογραφικό υλικό, αποδεικνύει ότι ουδεμία ιατρική μέριμνα ελήφθη και αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια «άτακτη συνοστέωση», η οποία εμπόδιζε την κινητικότητα του ατόμου. Η δε φερόμενη ως οπή εντός του συνοστεωμένου οστού οπωσδήποτε δεν αποτελεί απόδειξη τραυματισμού αλλά μια δευτερογενή αλλοίωση, η οποία ουδεμία σχέση έχει με τον αρχικό τραυματισμό . Το μυστήριο περιπλέκουν ακόμη περισσότερο οι ευχαριστίες προς τον καθηγητή κ. Π. Φάκλαρη, ο οποίος, σύμφωνα με σημείωση στην πρόσφατη δημοσίευση, ανέσκαψε το οστεολογικό υλικό από τον τάφο I και επέτρεψε τη μελέτη του. Η αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία μάς διευκρίνισε ότι η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε το 1977 από την ομάδα του Μ. Ανδρόνικου (κ. Στ. Δρούγου, Χρ. Παλιαδέλη, Π. Φάκλαρη για πολύ μικρό διάστημα, τη φοιτήτρια τότε. Αγγελική Κοτταρίδη, η οποία έκανε τα σχέδια αποτύπωσης) και δημοσιεύτηκε από τον Μ. Ανδρόνικο ( Βεργίνα II. Ο τάφος της Περσεφόνης , Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικός Εταιρείας 138, Αθήνα 1994). Μένει να εξακριβωθεί αν όντως το σκελετικό υλικό προέρχεται από τη Βεργίνα, από ποιον τάφο, από ποιο επίπεδο του τάφου, πως και από ποιον παραχωρήθηκε τελικά npos μελέτη στον νυν διευθυντή ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θράκης.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 28/07/2015